«Ότι και να λέει, ότι και να κάνει κάποιος, το δικό μου καθήκον είναι να είμαι σμαράγδι, με χρώμα πάντα λαμπερό». Σαν αλληγορία, η φράση αυτή του Μάρκου Αυρήλιου φαίνεται να φοριέται γάντι στην περίπτωση της Ρόδου. Εξάλλου η Ρόδος, η μεγαλύτερη σε έκταση, αλλά και η μεγαλύτερη σταρ της Δωδεκανήσου στην τουριστική της πασαρέλα, είναι γνωστή, εκτός των άλλων, και ως «Σμαραγδένιο Νησί», λόγω των καταπράσινων πεύκων και κυπαρισσιών που καλύπτουν πάνω από το 1/3 της συνολικής της επιφάνειας, χωρίς να χρειάζεται να συμμετέχουν στην προσπάθεια αυτού του χαρακτηρισμού τα γαλαζοπράσινα νερά της, από την Ιξιά και την Έλλη μέχρι την Αφάντου, τη Λίνδο και το Πρασονήσι.
Στη Ρόδο, ο ήλιος λάμπει πάντα κι αυτό δεν είναι σχήμα λόγου. Λάμπει στατιστικά με 300 ημέρες ηλιοφάνειας -και βάλε- κι αυτός είναι ένας επιπλέον λόγος, αλλά βέβαια όχι ο μόνος, που το νησί, σαν πόλος δυνατός μαγνητικής έλξης εκατομμυρίων Τέσλα, αντλεί από την προσέλκυση των Βορειοευρωπαίων πάνω από τα 3/4 της οικονομίας του.
Κι αν «Μέκκα των διακοπών» είναι ένα παρατσούκλι της, δεν μπορεί παρά να οφείλεται στη θρησκευτική ευλάβεια των πιστών της περίφημης Παλιάς της Πόλης. Γεμάτη ιστορικές μνήμες και νοσταλγία, δικαιωματικά συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο καλοδιατηρημένες Μεσαιωνικές Πόλεις της Ευρώπης, από το 1998 έχει ανακηρυχθεί από την UNESCO Μνημείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Με τα καλοδιατηρημένα, στιβαρά τείχη, το εντυπωσιακό Κάστρο και το Παλάτι, λιθόστρωτα μονοπάτια και κομψά, πέτρινα αρχοντικά, το Νησί των Ιπποτών προσθέτει ακόμα ένα asset στο οπλοστάσιο των ιστορικών χαρακτηρισμών της. Με τα 44 χωριά, περικυκλωμένη από χρυσοπράσινο-βαθυμπλέ-γαλαζοπράσινο-ακουαμαρίν παραλίες, φωτεινούς πράσινους λόφους, φιλερήμους, και δασώδεις κοιλάδες, όπου εντρυφεί άφθονη αρχαία Ιστορία.
Ναι, ακόμα και η ιστορία εντρυφεί στη Ρόδο. Την απολαμβάνει από την Αρχαιότητα. Το νησί κατοικήθηκε από τους προϊστορικούς χρόνους και μετατράπηκε με την ταχύτητα του ηλιακού της φωτός σε οικονομικό και πολιτιστικό επίκεντρο του αρχαίου Ελληνικού κόσμου, με εντυπωσιακά διαπιστευτήρια της χρυσής του εποχής, όπως ο «Κολοσσός της Ρόδου». Ένα από τα Επτά Θαύματα του (τότε) Κόσμου, το τεράστιο μπρούντζινο άγαλμα, ύψους 33 μέτρων, που απεικόνιζε τον θεό Ήλιο με ανοιχτά πόδια στην είσοδο του Λιμανιού. Η φήμη του ακολουθεί τη Ρόδο μέχρι σήμερα, ενισχυμένη μάλιστα από την προσπάθεια αναβίωσης ενός μοντέρνου κολοσσού στην ίδια, μέσα από ένα φιλόδοξο πρότζεκτ.
Ο ήλιος πάντα ένα θέμα για τη Ρόδο και, εν προκειμένω, της μυθολογίας να επικουρεί, η εξήγηση είναι η εξής απλή: όταν ο νεαρός και όμορφος θεός Ήλιος ερωτεύτηκε σφόδρα τη νύμφη, ονόματι Ρόδο, το μόνο που χρειάστηκε ήταν να αστράψει το φως επάνω της για να τη μεταμορφώσει σε νησί.
Αφθονία, φυσική ομορφιά, στρατηγική θέση. Αυτό το τρίπτυχο προίκισε με πλούτο και δύναμη τους αρχαίους Ρόδιους, αλλά ταυτόχρονα άνοιξε την όρεξη κι άλλων επόμενων δυνάμεων: Ρωμαίοι, Ιππότες του Αγίου Ιωάννη, Οθωμανοί Τούρκοι και, αργότερα, οι Ιταλοί, όλοι άφησαν βαθιά τα σημάδια της παρουσίας τους, αλλά ποτέ δεν μπόρεσαν να αποκόψουν τον ομφάλιο λώρο με τη μητροπολιτική Ελλάδα, στην οποία το νησί ενσωματώθηκε τελικά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1948.
Μ’ ένα σχήμα σαν αιχμή του δόρατος, η Ρόδος αναδύθηκε και πάντα θα αναδύεται εκεί που η Ανατολή συναντά τη Δύση, γλιστρώντας πάνω από τα κύματα των διάφανων νερών του Νοτιοανατολικού Αιγαίου, με σήμα το Dama-Dama, το χαριτωμένο και προστατευόμενο ελάφι που ζει ακόμη στα δάση της.
Ευλογημένη από τη φύση της και ιδανικά μεταποιημένη από τους ανθρώπους της, ήταν ένα από τα πρώτα Ελληνικά νησιά που έκανε δυναμικές ασκήσεις στο στίβο του παγκόσμιου χάρτη της φιλοξενίας καλύπτοντας όλη την γκάμα και τους τύπους της τουριστικής δραστηριότητας. Τα 220 χιλιόμετρα ακτών, τα μνημεία της μεγάλης και θυελλώδους ιστορίας της, ο κοσμοπολίτικος χαρακτήρας της, η εξαιρετική τουριστική υποδομή, αλλά κυρίως η ζεστή φιλοξενία, είναι όλα επί το έργον και απίκο. Από τα πλακόστρωτα δαιδαλώδη δρομάκια της Παλιάς Πόλης μέχρι το εξωπραγματικό Πρασονήσι και λίγο πριν από αυτό, η αποθέωση της Λίνδου με την αρχαία της Ακρόπολη πάνω στο φυσικό της του Αιγαίου παρατηρητήριο, τα κρυφά σοκάκια της και το κυκλαδίτικο οικιστικό μελέ της να κατρακυλάει μέχρι τα σμαραγδένια νερά του φυσικού της κόλπου επιτελεί κι εκείνη με το παραπάνω το ύψιστο καθήκον της.